Οι βαρύτατοι φόροι στην ακίνητη περιουσία, δηλαδή το λεγόμενο «χαράτσι» της ΔΕΗ ΔΕΗ+0,06% και ο ΕΝΦΙΑ επιτάχυναν την ύφεση της ελληνικής οικονομίας, καταφέροντας πλήγμα στην αγορά κατοικιών αλλά και στις καταναλωτικές δαπάνες.
Αυτό επισημαίνει το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, επικαλούμενο και τα στοιχεία της έκθεσης του ΙΟΒΕ, που εξέπεμψε σήμα κινδύνου για την ελληνική οικονομία, ζητώντας ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.
Όπως επισημαίνει το ΕΕΑ, η υψηλή φορολογία, χαμηλότερα των προσδοκιών έσοδα και πάνω απ’ όλα η επιδείνωση των συνθηκών στη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία την περίοδο της κρίσης είναι το τρίπτυχο των φόρων στα ακίνητα, που εκτινάχθηκαν στο πιο ψηλό σκαλί όλης της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ συντέλεσαν, επίσης, στο πάγωμα της αγοράς ακινήτων, λόγω και της απότομης προοδευτικότητας, αποτρέποντας την εξομάλυνση της κατανάλωσης με χρήση αποταμιεύσεων σε μια περίοδο βαθιάς ύφεσης, δυσκολίας πληρωμής φόρων και αύξησης των προβληματικών δανείων.
Το μεγάλο πρόβλημα, ωστόσο, όπως υπογραμμίζει το Επιμελητήριο, είναι πως δεν είχαν καν ως αποτέλεσμα το να μπουν έσοδα στα κρατικά ταμεία. «Η επιβολή του ΕΝΦΙΑ απέτυχε να φέρει τα προσδοκώμενα φορολογικά έσοδα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύονται από τις εισπράξεις του ΕΝΦΙΑ, καθώς σε αυτές δεν συνυπολογίζονται οι απώλειες φορολογικών εσόδων που προκύπτουν από τη μείωση α) του διαθέσιμου εισοδήματος, β) της αξίας της ακίνητης περιουσίας και της κατανάλωσης που συνδέεται με αυτή και γ) των επενδύσεων σε κατοικίες λόγω αυξημένου κινδύνου και μείωσης των τιμών τους, σε σύγκριση με το κόστος κατασκευής» εξηγεί.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΙΟΒΕ ειδικά η ζημιά από το Συμπληρωματικό Φόρο του ΕΝΦΙΑ, που επιβάλλεται σε ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ, είναι μεγάλη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, αν καταργηθεί αυτός ο φόρος, το ΑΕΠ θα είναι υψηλότερο κατά 1,1 έως 1,4 δισ. τα χρόνια που έπονται της κατάργησης, συγκριτικά με την περίπτωση στην οποία διατηρείται το υφιστάμενο φορολογικό καθεστώς.
Το μεγαλύτερο μέρος της επίδρασης προκύπτει από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, μέρος του οποίου τροφοδοτεί την καταναλωτική δαπάνη. Επομένως, με την κατάργηση του Συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ εκτιμάται ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια θα μπορούσε να είναι κατά 0,60-0,67 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερος από τον προβλεπόμενο.
Ευνοϊκά θα είναι τα αποτελέσματα από την κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ και για την απασχόληση. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, οι νέες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης μπορεί να ξεπεράσουν σταδιακά, εντός μια πενταετίας, τις 33.000, μέγεθος ιδιαίτερα σημαντικό δοθέντος του υψηλού ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα.
Όπως επισημαίνει το ΕΕΑ, η υψηλή φορολογία, χαμηλότερα των προσδοκιών έσοδα και πάνω απ’ όλα η επιδείνωση των συνθηκών στη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία την περίοδο της κρίσης είναι το τρίπτυχο των φόρων στα ακίνητα, που εκτινάχθηκαν στο πιο ψηλό σκαλί όλης της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ συντέλεσαν, επίσης, στο πάγωμα της αγοράς ακινήτων, λόγω και της απότομης προοδευτικότητας, αποτρέποντας την εξομάλυνση της κατανάλωσης με χρήση αποταμιεύσεων σε μια περίοδο βαθιάς ύφεσης, δυσκολίας πληρωμής φόρων και αύξησης των προβληματικών δανείων.
Το μεγάλο πρόβλημα, ωστόσο, όπως υπογραμμίζει το Επιμελητήριο, είναι πως δεν είχαν καν ως αποτέλεσμα το να μπουν έσοδα στα κρατικά ταμεία. «Η επιβολή του ΕΝΦΙΑ απέτυχε να φέρει τα προσδοκώμενα φορολογικά έσοδα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύονται από τις εισπράξεις του ΕΝΦΙΑ, καθώς σε αυτές δεν συνυπολογίζονται οι απώλειες φορολογικών εσόδων που προκύπτουν από τη μείωση α) του διαθέσιμου εισοδήματος, β) της αξίας της ακίνητης περιουσίας και της κατανάλωσης που συνδέεται με αυτή και γ) των επενδύσεων σε κατοικίες λόγω αυξημένου κινδύνου και μείωσης των τιμών τους, σε σύγκριση με το κόστος κατασκευής» εξηγεί.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΙΟΒΕ ειδικά η ζημιά από το Συμπληρωματικό Φόρο του ΕΝΦΙΑ, που επιβάλλεται σε ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ, είναι μεγάλη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, αν καταργηθεί αυτός ο φόρος, το ΑΕΠ θα είναι υψηλότερο κατά 1,1 έως 1,4 δισ. τα χρόνια που έπονται της κατάργησης, συγκριτικά με την περίπτωση στην οποία διατηρείται το υφιστάμενο φορολογικό καθεστώς.
Το μεγαλύτερο μέρος της επίδρασης προκύπτει από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, μέρος του οποίου τροφοδοτεί την καταναλωτική δαπάνη. Επομένως, με την κατάργηση του Συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ εκτιμάται ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια θα μπορούσε να είναι κατά 0,60-0,67 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερος από τον προβλεπόμενο.
Ευνοϊκά θα είναι τα αποτελέσματα από την κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ και για την απασχόληση. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, οι νέες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης μπορεί να ξεπεράσουν σταδιακά, εντός μια πενταετίας, τις 33.000, μέγεθος ιδιαίτερα σημαντικό δοθέντος του υψηλού ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα.