2019/03/09

Στην «ιαπωνική παγίδα» Ευρώπη- ΗΠΑ: Έχουν όπλα να αντιδράσουν;

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αιφνιδίασε τους πάντες χθες και προκάλεσε αναταράξεις στις αγορές, με την απόφασή της όχι μόνο να μεταθέσει για πολύ αργότερα την ομαλοποίηση της πολιτικής, αλλά ουσιαστικά να τη χαλαρώσει περαιτέρω. Δεν είναι όμως εκείνη, που αλλάζει ρότα. Η Federal Reserve, που έως και πριν από λίγους μήνες ήταν έτοιμη για νέες δυναμικές αυξήσεις επιτοκίων, έχει παγώσει τώρα όλα της τα σχέδια, ενώ η Τράπεζα της Αγγλίας παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις γύρω από το Brexit. Όλα αυτά αποτελούν παραδοχή ότι η παγκόσμια οικονομία έχει πληγωθεί αισθητά από τις εμπορικές αντιπαραθέσεις και γεωπολιτικές εντάσεις, αλλά και έρχονται να καταδείξουν ότι η δύναμη των κεντρικών τραπεζών έχει όρια. Τα μεγάλα όπλα βγήκαν πριν από δέκα χρόνια και τώρα οι επιλογές που απομένουν είναι λίγες και όχι χωρίς παρενέργειες. Είναι οι κυβερνήσεις που πρέπει, έστω με καθυστέρηση, να σηκώσουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης.

Η Washington Post σχολιάζει στον απόηχο των χθεσινών αποφάσεων της ΕΚΤ ότι οι κεντρικές τράπεζες έχουν ξεμείνει από όπλα. Το βασικό επιτόκιο δανεισμού στην Ευρωζώνη είναι ήδη στο μηδέν και το καταθετικό σε αρνητικό έδαφος, στο -0,4%. Θεωρείται αδιανόητο να μειωθούν περαιτέρω. Το μόνο που μπορεί να κάνει η ΕΚΤ είναι τα αφήσει εκεί για πολύ ακόμη. Η ίδια ανακοίνωσε χθες ότι θα παραμείνουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον έως τα τέλη του 2019.

Οι αγορές χρήματος βλέπουν την πρώτη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ ακόμη πιο αργά, στα τέλη του 2020. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από την διαφορά ανάμεσα στο overnight και το προθεσμιακό διατραπεζικό επιτόκιο Eonia. Αυτή υποδεικνύει σύμφωνα με το Reuters αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων μόλις κατά 10 μονάδες βάσης στα τέλη του επόμενου έτους, όταν πριν απο λίγο καίρο έδειχνε αύξηση στα μέσα του 2020.

Οι κεντρικές τράπεζες στις μεγάλες ανεπτυγμένες οικονομίες έρχονται αντιμέτωπες με μία «νέα κανονικότητα» και αυτή, όπως προειδοποιούν σε έκθεσή τους ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Λάρι Σάμερς και ο οικονομολόγος της Τράπεζας της Αγγλίας, Λούκατς Ρέιτσελ, θυμίζει ολοένα και περισσότερο εκείνη της Ιαπωνίας. Αναιμική ανάπτυξη και εξαιρετικά χαμηλός πληθωρισμός- στοιχεία που απαιτούν διατήρηση των επιτοκίων σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

Αν το παράδειγμα είναι η Ιαπωνία, τότε τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα. Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη οδήγησε τα επιτόκιά της στο μηδέν πριν από είκοσι χρόνια. Έκτοτε η κεντρική τράπεζα όχι μονο δεν κατάφερε να τα αυξήσει, αλλά αντιμέτωπη και εκείνη με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση τα οδήγησε υπό το μηδέν, ενώ φούσκωσε τον ισολογισμο της μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης σε επίπεδα υψηλότερο από το ιαπωνικό ΑΕΠ.

Το δίκοπο μαχαίρι

Με τα χαμηλά επιτόκια η ΕΚΤ θέλει ουσιαστικά να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Ωστόσο για να ανακάμψει η ευρωπαϊκή οικονομία πρέπει και οι τράπεζες να δώσουν στηρίγματα. Και για εκείνες η παρατεταμένη χαλαρή νομισματική πολιτική είναι δίκοπο μαχαίρι. Αυτό κατέστη εμφανές τις τελευταίες ημέρες, όταν το ράλι των τραπεζικών μετοχών, που είχαν πυροδοτήσει οι πληροφορίες για νέο γύρω φθηνών δανείων (TLTROs) έδωσε χθες τη θέση του σε βουτιά.

Ο τραπεζικός δείκτης Euro Stoxx Banks σημείωσε πτώση σχεδόν 4%, στην χειρότερη ημερήσια επίδοσή του φέτος και με τις ιταλικές τράπεζες που κατά τον προηγούμενο γύρο TLTROs ήταν οι μεγάλοι ωφελημένοι να δέχονται ισχυρό πλήγμα. Η πτώση δεν ήταν μόνο ή τόσο αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο Μάριο Ντράγκι εξήγησε πως οι όροι των νέων δανείων θα είναι ελαφρώς γενναιόδωροι σε σχέση με την περίοδο της κρίσης χρέους. Ήταν αποτέλεσμα κυρίως της απόφασης για τα επιτόκια.

Το αρνητικό καταθετικό επιτόκιο «τιμωρεί» τις τράπεζες για τα χρήματα, που «παρκάρουν» στην ΕΚΤ και πολλοί ζητούν εδώ και καιρό να αυξηθεί. Αλλά ακόμη και το βασικό επιτόκιο όσο παραμένει στο μηδέν πιέζει ασφυκτικά τα περιθώρια κέρδους των ευρωπαϊκών τραπεζών και τις καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικές έναντι αμερικανικών και ασιατικών.

Όπως σχολίαζε δηκτικά η Swaha Pattanaik στη στήλη Breakingviews του Reuters «με φίλους σαν τον Ντράγκι, οι τράπεζες δεν χρειάζονται εχθρούς». Ο Ντράγκι θέλει να διασφαλίσει ότι νοικοκυριά και επιχεριήσεις θα συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση. Ωστόσο είναι αμφίβολο εάν σε συνθήκες τέτοιες αβεβαιότητας θα θελήσουν να αυξήσουν τα χρέη τους.