Αρμαγεδδώνα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτηδευματίες αποτέλεσαν τα χρόνια της κρίσης. Το δηλωθέν εισόδημα συρρικνώθηκε κατά 60%, ενώ ο αριθμός τους μειώθηκε κατά 40%.
Η κρίση ώθησε πολλούς από την κατηγορία αυτή να τερματίσουν τις δραστηριότητές τους, για κάποιους απλώς συρρικνώθηκαν, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που αποφάσισαν να συνεχίσουν τις εργασίες κρύβοντας σημαντικό μέρος από τα κέρδη τους.
Όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία το 2010, οι περίπου 1 εκατ. επιτηδευματίες-ελεύθεροι επαγγελματίες δήλωναν εισοδήματα 24 δισ. ευρώ, ενώ το 2017 οι εναπομείναντες 610.000 της ανωτέρω κατηγορίας δήλωσαν εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ. Συνολικά τα χρόνια τη κρίσης χάθηκαν συνολικά 27 δισ. ευρώ. Ποσό το οποίο αντανακλά τη σκληρή φορολόγηση των εισοδημάτων, τις τεράστιες εισφορές που επιβλήθηκαν τα χρόνια αυτά, αλλά και τη μείωση των αποδοχών και των συντάξεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2010 λιγότεροι φορολογούμενοι δήλωσαν στην εφορία εισοδήματα ύψους 100,3 δισ. ευρώ, ενώ το 2017 δήλωσαν 73,6 δισ. ευρώ.
Το ίδιο διάστημα οι μισθωτοί έχασαν 9 δισ. ευρώ ή το 22,6% των εισοδημάτων τους.
Βέβαια, την περίοδο αυτή η φοροδιαφυγή εκτινάχθηκε. Ο ελεγκτικός μηχανισμός, ανίκανος να παρακολουθεί τις εξελίξεις (και μέχρι να ανασυνταχθεί), την άφησε να διογκωθεί, με αποτέλεσμα αυτοί που πλήρωσαν τη δημοσιονομική προσαρμογή να είναι φυσικά οι μισθωτοί, οι οποίοι προφανώς και δεν μπορούν να αποκρύψουν εισοδήματα, όπως οι υπόλοιπες επαγγελματικές ομάδες.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία:
• Μισθωτοί. Το 2010, οι 2 εκατ. μισθωτοί δήλωσαν εισοδήματα ύψους 39,7 δισ. ευρώ, ενώ το 2018 τα εισοδήματα περιορίστηκαν στα 30,7 δισ. ευρώ. Δηλαδή έχασαν περίπου 9 δισ. ευρώ. Από 20.000 που ήταν περίπου το μέσο εισόδημα του 2017 διαμορφώθηκε στις 13.850 ευρώ.
• Συνταξιούχοι. Το 2010, οι 1,6 εκατ. συνταξιούχοι δήλωναν εισοδήματα 26,8 δισ. ευρώ και σήμερα οι 2,25 εκατ. συνταξιούχοι δηλώνουν 25,2 δισ. ευρώ. Το μέσο εισόδημα από τις 16.750 ευρώ διαμορφώνεται σήμερα λίγο πάνω από τις 11.000 ευρώ. Δηλαδή το μέσο εισόδημα μειώθηκε κατά 34,3%.
• Ελεύθεροι επαγγελματίες-επιτηδευματίες. Το 2010, δήλωναν εισοδήματα ύψους 24 δισ. ευρώ. Σήμερα δηλώνουν μειωμένα κατά 60% εισοδήματα, ενώ πλέον ανέρχονται σε 610.000 από 1 εκατ. το 2010. Η κατάργηση του αφορολόγητου ορίου και η αύξηση των συντελεστών ήταν οι βασικές αιτίες που, με το έναν ή τον άλλον τρόπο, οδήγησαν στη μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων τους. Τα τελευταία χρόνια, στους βασικούς λόγους εντάσσεται και η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών.
• Αγρότες. Το δηλωθέν εισόδημα των αγροτών μειώθηκε κατά 28,2% το 2017 σε σύγκριση με τα εισοδήματα του 2010. Συγκεκριμένα, οι αγρότες έχασαν περίπου 1,25 δισ. ευρώ.
Από την επεξεργασία των στοιχείων διαφαίνεται ότι, χρόνο με τον χρόνο, τα εισοδήματα των περισσότερων κατηγοριών μειώνονται. Είναι ενδεικτικό ότι από τα 100,3 δισ. του 2010, το 2014 περιορίσθηκαν στα 76 δισ., ενώ το 2017 συρρικνώθηκαν περαιτέρω στα 73 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία των εισοδημάτων του 2017 (που δηλώθηκαν στην εφορία το 2018) είναι σε γνώση τόσο του οικονομικού επιτελείου όσο και των πιστωτών της χώρας και, όπως φαίνεται, θα βρεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων, καθώς η πορεία των δημοσίων εσόδων είναι το «κλειδί» για τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ.
Η κρίση ώθησε πολλούς από την κατηγορία αυτή να τερματίσουν τις δραστηριότητές τους, για κάποιους απλώς συρρικνώθηκαν, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που αποφάσισαν να συνεχίσουν τις εργασίες κρύβοντας σημαντικό μέρος από τα κέρδη τους.
Όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία το 2010, οι περίπου 1 εκατ. επιτηδευματίες-ελεύθεροι επαγγελματίες δήλωναν εισοδήματα 24 δισ. ευρώ, ενώ το 2017 οι εναπομείναντες 610.000 της ανωτέρω κατηγορίας δήλωσαν εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ. Συνολικά τα χρόνια τη κρίσης χάθηκαν συνολικά 27 δισ. ευρώ. Ποσό το οποίο αντανακλά τη σκληρή φορολόγηση των εισοδημάτων, τις τεράστιες εισφορές που επιβλήθηκαν τα χρόνια αυτά, αλλά και τη μείωση των αποδοχών και των συντάξεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2010 λιγότεροι φορολογούμενοι δήλωσαν στην εφορία εισοδήματα ύψους 100,3 δισ. ευρώ, ενώ το 2017 δήλωσαν 73,6 δισ. ευρώ.
Το ίδιο διάστημα οι μισθωτοί έχασαν 9 δισ. ευρώ ή το 22,6% των εισοδημάτων τους.
Βέβαια, την περίοδο αυτή η φοροδιαφυγή εκτινάχθηκε. Ο ελεγκτικός μηχανισμός, ανίκανος να παρακολουθεί τις εξελίξεις (και μέχρι να ανασυνταχθεί), την άφησε να διογκωθεί, με αποτέλεσμα αυτοί που πλήρωσαν τη δημοσιονομική προσαρμογή να είναι φυσικά οι μισθωτοί, οι οποίοι προφανώς και δεν μπορούν να αποκρύψουν εισοδήματα, όπως οι υπόλοιπες επαγγελματικές ομάδες.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία:
• Μισθωτοί. Το 2010, οι 2 εκατ. μισθωτοί δήλωσαν εισοδήματα ύψους 39,7 δισ. ευρώ, ενώ το 2018 τα εισοδήματα περιορίστηκαν στα 30,7 δισ. ευρώ. Δηλαδή έχασαν περίπου 9 δισ. ευρώ. Από 20.000 που ήταν περίπου το μέσο εισόδημα του 2017 διαμορφώθηκε στις 13.850 ευρώ.
• Συνταξιούχοι. Το 2010, οι 1,6 εκατ. συνταξιούχοι δήλωναν εισοδήματα 26,8 δισ. ευρώ και σήμερα οι 2,25 εκατ. συνταξιούχοι δηλώνουν 25,2 δισ. ευρώ. Το μέσο εισόδημα από τις 16.750 ευρώ διαμορφώνεται σήμερα λίγο πάνω από τις 11.000 ευρώ. Δηλαδή το μέσο εισόδημα μειώθηκε κατά 34,3%.
• Ελεύθεροι επαγγελματίες-επιτηδευματίες. Το 2010, δήλωναν εισοδήματα ύψους 24 δισ. ευρώ. Σήμερα δηλώνουν μειωμένα κατά 60% εισοδήματα, ενώ πλέον ανέρχονται σε 610.000 από 1 εκατ. το 2010. Η κατάργηση του αφορολόγητου ορίου και η αύξηση των συντελεστών ήταν οι βασικές αιτίες που, με το έναν ή τον άλλον τρόπο, οδήγησαν στη μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων τους. Τα τελευταία χρόνια, στους βασικούς λόγους εντάσσεται και η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών.
• Αγρότες. Το δηλωθέν εισόδημα των αγροτών μειώθηκε κατά 28,2% το 2017 σε σύγκριση με τα εισοδήματα του 2010. Συγκεκριμένα, οι αγρότες έχασαν περίπου 1,25 δισ. ευρώ.
Από την επεξεργασία των στοιχείων διαφαίνεται ότι, χρόνο με τον χρόνο, τα εισοδήματα των περισσότερων κατηγοριών μειώνονται. Είναι ενδεικτικό ότι από τα 100,3 δισ. του 2010, το 2014 περιορίσθηκαν στα 76 δισ., ενώ το 2017 συρρικνώθηκαν περαιτέρω στα 73 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία των εισοδημάτων του 2017 (που δηλώθηκαν στην εφορία το 2018) είναι σε γνώση τόσο του οικονομικού επιτελείου όσο και των πιστωτών της χώρας και, όπως φαίνεται, θα βρεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων, καθώς η πορεία των δημοσίων εσόδων είναι το «κλειδί» για τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ.